- Προς το τέλος του δεύτερου αιώνα μ.Χ. ο Παγανιστής φιλόσοφος Κέλσος έγραψε μια αντί – χριστιανική πραγματεία σκωπτική ως προς την πίστη στον Ιησού Χριστό.
Αν ο Ιησούς πραγματικά ήταν ο Υιός του Θεού, αναρωτήθηκε, γιατί ο Θεός δεν τιμώρησε τον Πόντιο Πιλάτο, τον άνθρωπο που υπήρξε υπεύθυνος για τη σταύρωση του;
Ενώ αργότερα υπήρξαν πολλές χριστιανικές παραδόσεις σχετικά με την τιμωρία του Πόντιου Πιλάτου, η χρονική περίοδος που γράφτηκαν είναι κατά πολύ μεταγενέστερη από την εποχή που έγραψε την πραγματεία του ο Κέλσος.
Για εκείνον, υπάρχει μια βαθιά αμφισβήτηση στο κατά πόσο αυτή η «αλήθεια» περί διαφυγής της τιμωρίας του κυβερνήτη της Ιουδαίας δεν πηγάζει παρά μόνο μέσα από τις προσπάθειες των πρώτων Χριστιανών να τον απαλλάξουν από την ευθύνη για την Σταύρωση του Ιησού.
Η μόνη αξιόπιστη μαρτυρία
Η μόνη αξιόπιστη μαρτυρία που έχουμε για τη ζωή του Πιλάτου προέρχεται από τον Εβραίο συγγραφέα Ιώσηπο. Στο έργο του «Η Αρχαιότητα των Εβραίων», γραμμένο περίπου έξι δεκαετίες, ο Ιώσηπος αναφέρει ότι ζητήθηκε από τον Πιλάτο να επιστρέψει στη Ρώμη μετά την κακή διαχείριση που επέδειξε σε ότι αφορούσε μια εξέγερση των Σαμαρειτών που έλαβε μέρος το 36 μ.χ.
Για τον λόγο αυτό ο Πιλάτος αναμένονταν να περάσει από ακρόαση ενώπιον του ηλικιωμένου πλην ασυμβίβαστου αυτοκράτορα Τιβέριου, ο οποίος τον είχε ορίσει κυβερνήτη των Ιουδαίων δέκα χρόνια νωρίτερα.
Ο Πιλάτος έσπευσε πίσω, αλλά μέχρι να φτάσει στην Ρώμη το Μάρτιο μ.Χ. 37, ο Τιβέριος είχε πεθάνει. Ένας νέος αυτοκράτορας, ο Καλιγούλας, είχε αναλάβει τα ηνία της εξουσίας.
Μόνο εικασίες υπάρχουν για το τι ακολούθησε αργότερα. Ο Ιώσηπος δεν αναφέρει τίποτα περισσότερο γι’ αυτόν, κάτι που μπορεί να σημαίνει ότι δεν υπήρξε τελικά ακρόαση από τον Αυτοκράτορα. Ίσως, μέσα στη γενική ευφορία που επικρατούσε γύρω από την ανάδειξη του Καλιγούλα, η υπόθεση του να είχε τεθεί σε αναμονή, ή απλά να ξεχάστηκε. Ίσως πάλι, η ακρόαση να προχώρησε και να αθωώθηκε. Απ’ όσο γνωρίζουμε, του δόθηκε μια άλλη απόσπαση.
Άφεση αμαρτιών;
Η έλλειψη μιας κατάλληλης τιμωρίας που θα οδηγούσε τον Πιλάτο στα μονοπάτια μιας αποτρόπαιας μοίρας έθεσε στους Χριστιανούς ένα δίλημμα.
Ως κυβερνήτης, ήταν δουλειά του Πιλάτου να αποφασίσει για την ενοχή η την αθωότητα κάποιου και να επιβάλει την όποια τιμωρία εφόσον αυτή προέκυπτε: κι ήταν αυτός που καταδίκασε τον Ιησού να υποφέρει πάνω στο σταυρό. Δεν υπήρχε λοιπόν αμφιβολία για την ενοχή του. Θα έπρεπε να έχει επακολουθήσει η Θεία τιμωρία.
Ωστόσο, κατά τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού ήταν δύσκολο να έχει κανείς τέτοιους ισχυρισμούς. Το ρωμαϊκό κράτος ήταν επιφυλακτικό και εξαιρετικά ύποπτο απέναντι στη νέα θρησκεία και οι Χριστιανοί ήθελαν να αποφύγουν τις αντιπαραθέσεις. Έτσι ήταν καλύτερο να μην κατηγορήσουν έναν από τους υπαλλήλους της Ρώμης για προδοσία.
Στα Ευαγγέλια υπογραμμίζεται ότι ο Πιλάτος δεν ήταν πλήρως υπεύθυνος ή καλύτερα ένοχος για την σταύρωση του Χριστού. Δεν μπόρεσε να βρει κάποιο λάθος στον Ιησού: «Δεν μπορώ να βρω κανέναν λόγο για να επιβληθεί η θανατική ποινή. Ως εκ τούτου, θα τιμωρηθεί και στη συνέχεια θα αφεθεί ελεύθερος», φέρεται να λέει ο Πιλάτος στο Κατά Λουκά Ευαγγέλιο.
Ο Ιωάννης φέρει τον Πιλάτο δύο φορές να ανακοινώνει: «Δεν βρίσκω καμία στις κατηγορίες εναντίον του». Το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Πέτρου, το οποίο θεωρείται, ωστόσο, από πολλούς μελετητές να είναι από τα πρώτα χριστιανικά κείμενα, προχωράει ακόμη περισσότερο.
Σε αυτό, ο Πιλάτος και οι στρατιώτες του δεν παίζουν κανένα ρόλο στο πλήθος ή τον βασανισμό του Ιησού.
Ο ίδιος δηλώνει «Είμαι καθαρός από το αίμα του Υιού του Θεού» και, μαζί με τους στρατιώτες του, οι οποίοι ήταν φύλακες στον τάφο του Ιησού, συνωμοτούν ώστε να κρατηθεί κρυφό το θαύμα της Αναστάσεως από του Εβραίους Ιερείς.
Η παράδοση ενός άμεμπτου, απαλλαγμένου από κάθε κατηγορία Πιλάτου, ενός μάρτυρα των Παθών του Ιησού, οδήγησε σε έναν παράξενο παλαιό χριστιανικό ενθουσιασμό ως προς το πρόσωπό του. Με το πέρασμα στον 2ο αιώνα μ.Χ., ψεύτικες επιστολές του Πιλάτου που εξιστορούσαν το θαυμασμό του προς Ιησού έκαναν την εμφάνισή τους και κυκλοφόρησαν μεταξύ των πιστών.
Ο Πόντιος Πιλάτος χριστιανός;
Στις λεγόμενες Πράξεις του Πιλάτου, που υποτίθεται ότι προέρχονται από τα δικά του αρχεία ως κυβερνήτη, απεικονίζεται να έχει ασπαστεί τη νέα θρησκεία. Ο Τερτυλλιανός, χριστιανικός θεολόγος που έζησε τον 2ο αιώνα μχ, περιγράφει τον Πιλάτο ως κάποιον «που ο ίδιος και στη δική του συνείδηση ήταν πλέον Χριστιανός» και ισχυρίζεται ότι ο Τιβέριος ήταν τόσο πεπεισμένος από τις εκθέσεις του Πιλάτου που ήταν έτοιμος να τοποθετήσει τον Ιησού ανάμεσα τους ρωμαϊκούς θεούς ακόμα και αν η Σύγκλητος ήταν αντίθετη.
Η μετατόπιση της ευθύνης
Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται κάπως “παράξενα”, αλλά η άφεση του Πιλάτου επέφερε μεγάλο κόστος. Οι πρώτοι Χριστιανοί μετατόπισαν την ευθύνη για την Σταύρωση σε άλλους. Μια διάψευση των επιχειρημάτων του Κέλσου, που γράφτηκε από τον επίσκοπο Ωριγένη τον τρίτο αιώνα, το δείχνει αυτό ξεκάθαρα: «Δεν ήταν τόσο πολύ ο Πιλάτος ο λόγος που ο Ιησούς καταδικάστηκε»έγραψε, «όσο το εβραϊκό έθνος».
Ο Κέλσος είχε επιλέξει να κατηγορήσει τον λάθος άνθρωπο; Το γεγονός ότι το εβραϊκό έθνος είχε κατακερματιστεί από τους Ρωμαίους και διασκορπισμένοι οι Εβραίοι ζούσαν σε όλη την επιφάνεια της γης ήταν η απόδειξη της τιμωρίας του Θεού.
Τα ψεύτικα γράμματα και οι χριστιανικές εκδόσεις των Πράξεων του Πιλάτου ισχυρίζονταν πάνω κάτω το ίδιο πράγμα, όπως και άλλοι Χριστιανοί απολογητές.
Οι μαρτυρίες από τις Πράξεις του Πιλάτου προχωράνε τόσο πολύ ώστε να βρίσκουμε το εβραϊκό πλήθος να λέει στον Πιλάτο ότι αποδέχεται πρόθυμα το αίμα – ενοχής, κάτι που αναφέρεται και στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ο οποίος παρουσιάζει το ίδιο πλήθος να φωνάζει «το αίμα του πάνω σε εμάς και στα παιδιά μας!». Όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί δημιούργησαν τις βάσεις που οδήγησαν στον διωγμό των Εβραίων από τους Χριστιανούς μέχρι και στις μέρες μας.
Οι διαφορετικές ερμηνείες
Η “άφεση των αμαρτιών” του Πιλάτου ήταν προϊόν συγκεκριμένων θρησκευτικών και πολιτικών συνθηκών. Όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έγινε χριστιανικό κράτος τον 4ο αιώνα μχ, δεν υπήρχε πλέον ανάγκη να δοθεί έμφαση στην αθωότητά του. Το Σύμβολο της Πίστεως, που διατυπώθηκε υπό την αυτοκρατορία του Μεγάλου Κωνσταντίνου το 325 μ.Χ. και υιοθετήθηκε το 381 μ.Χ., δήλωνε χωρίς περιστροφές ότι ο Χριστός «σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου». Έγινε έτσι ευρέως αποδεκτό ότι ο ρόλος του Πόντιου Πιλάτου ήταν εγκληματικός και επέτρεψε να αναπτυχθεί μια σειρά μύθων που περιγράφει το φρικιαστικό τέλος του.
Καθώς η Δύση συνέχισε να καλλιεργεί την παράδοση ενός “κακού” Πιλάτου που τιμωρήθηκε για τις κακές του πράξεις, η Ανατολική Εκκλησία προτίμησε μια πιο συμπονετική ερμηνεία. Ο Πιλάτος δεν ήταν απλώς χριστιανός. Ήταν εξομολογητής, ακόμα και μάρτυρας. Ένα ανατολικής προέλευσης κείμενο, “Η Παράδοση του Πιλάτου”, λέει πως ο Τιβέριος διέταξε τον αποκεφαλισμό του επειδή επέτρεψε να γίνει η Σταύρωση. Πρώτα ο Πιλάτος μετανοεί κι έπειτα μια φωνή απ’ τον παράδεισο προαναγγέλλει ότι όλα τα έθνη θα τον ευλογήσουν επειδή υπό τη διακυβέρνησή του εκπληρώθηκαν οι προφητείες για τον Χριστό.
Εντέλει ένα άγγελος μεταφέρει το κομμένο του κεφάλι. Σε κάποιες αναφορές θάβεται με τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά του δίπλα στο μνήμα του Ιησού. Στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, η γυναίκα του Πιλάτου προειδοποιεί τον σύζυγό της να μην βλάψει τον Ιησού και γι’ αυτό απέκτησε αγιότητα στους κύκλους των Ορθόδοξων χριστιανών.
Οι Κόπτες και οι Χριστιανοί της Αιθιοπίας προχώρησαν στο επόμενο βήμα και αγιοποίησαν και τον ίδιο τον Πιλάτο. Μια αιθιοπική συλλογή αγιογραφιών αναγράφει την ημέρα του Αγίου Πιλάτου ως την 25η μέρα του θερινού μήνα Ιουνίου, μέρα που μοιράζεται με την σύζυγό του Πρόκλα και του αγίους Ιούδα, Πέτρο και Παύλο: Χαιρετισμοί στον Πιλάτο, που ένιψε τας χείρας του για να δείξει πως ο ίδιος ήταν αθώος για το αίμα του Ιησού Χριστού.
Όσοι είναι εξοικειωμένοι με τη δυτική παράδοση μπορεί να βρουν την ιδέα ενός Αγίου Πόντιου Πιλάτου περίεργη ή ακόμα και παράλογη. Αλλά η γοητεία γύρω από τον μύθο του δεν υποχωρεί ποτέ. Από τις Πράξεις του Πιλάτου μέχρι το μυθιστόρημα του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ: Ο Μαίτρ και η Μαργαρίτα, ο άνθρωπος που δικάζει και σταυρώνει τον Ιησού παραμένει ένα αίνιγμα, μια σκιώδης αλληγορία για τα αντίθετα: η υπεκφυγή και το πείσμα, η δειλία και ο ηρωισμός, η σκληρότητα και η επιείκεια.
Το δίλημμα του – να κάνει το σωστό πράγμα ή το κοινωνικά αποδεκτό – είναι το δίλημμα κάθε ηγεμόνα. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι μπορούν να δείξουν κατανόηση ως προς εκείνον: και εμείς πρέπει μερικές φορές να έρθουμε αντιμέτωποι με μια δύσκολη επιλογή όμως, ευτυχώς για μας, η κληρονομιά της να είναι πιθανό λιγότερο ανθεκτική.
history today