Πίσω από τις κινήσεις του διακρίνεται η στρατηγική καθοδήγηση της Ρωσίας, η οποία, υπό την ηγεσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, χρησιμοποιεί τη Λιβύη ως μοχλό πίεσης για την αποδυνάμωση της Ευρώπης. Αυτό είναι κάτι που το γράφουν εδώ και αρκετές μέρες αρκετές ΜΜΕ στην Ευρώπη.
Η Μόσχα, αξιοποιώντας τη μακροχρόνια υποστήριξή της στον Χαφτάρ, μέσω της αποστολής μισθοφορικών ομάδων όπως η Wagner και βαρέος οπλισμού, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ευαισθησίες της Ευρώπης. Οι λόγοι που ωθούν τη Ρωσία να πιέζει τον Χαφτάρ να ανοίξει μέτωπο με την ΕΕ, την Ιταλία, την Ελλάδα και τη Μάλτα είναι πολυδιάστατοι και συνδέονται με την ευρύτερη στρατηγική της Μόσχας για την αποσταθεροποίηση της Δύσης.
Η Ρωσία έχει μακρά ιστορία παρέμβασης στη Λιβύη, υποστηρίζοντας τον Χαφτάρ από την αρχή της δεύτερης λιβυκής εμφύλιας σύγκρουσης. Η παρουσία της Wagner, μαζί με την αποστολή προηγμένων οπλικών συστημάτων, όπως αντιαεροπορικά και τεθωρακισμένα οχήματα, είχε ενισχύσει σημαντικά τη θέση του Χαφτάρ έναντι της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας στην Τρίπολη, η οποία υποστηρίζεται από την Τουρκία.
Η τουρκική παρέμβαση, ιδιαίτερα μέσω των μη επανδρωμένων αεροσκαφών Bayraktar TB2, έχει προκαλέσει σημαντικές απώλειες στις δυνάμεις του Χαφτάρ. Παρά την υποστήριξη που απολαμβάνει ο Χαφτάρ από χώρες όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Ελλάδα, η Ρωσία παραμένει σήμερα ο κύριος παίκτης που καθορίζει τις κινήσεις του Λίβυου ηγέτη. Οι λόγοι που η Μόσχα ωθεί τον Χαφτάρ σε σύγκρουση με την ΕΕ είναι βαθιά ριζωμένοι στη γεωπολιτική στρατηγική του Πούτιν, ο οποίος επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες της Ευρώπης σε μια εποχή που η ήπειρος αντιμετωπίζει πολλαπλές κρίσεις.
Η Μόσχα γνωρίζει ότι η ΕΕ βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, αντιμετωπίζοντας τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση, την αμυντική αποδυνάμωση και την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία στις ΗΠΑ. Αυτές οι προκλήσεις καθιστούν την Ευρώπη ευάλωτη, και η Ρωσία, μέσω του Χαφτάρ, επιχειρεί να εντείνει την πίεση, δημιουργώντας νέα μέτωπα στον ευρωπαϊκό νότο. Η Λιβύη, με τη στρατηγική της θέση στη Μεσόγειο και τους ενεργειακούς της πόρους, αποτελεί ιδανικό πεδίο για την υλοποίηση αυτής της στρατηγικής.
Μελόνι: Ρωσικός στόχος η αλλαγή στην φιλο-ουκρανική στάση της Ιταλίας
Η Τζόρτζια Μελόνι, από την εκλογή της ως πρωθυπουργού της Ιταλίας το 2022, έχει προκαλέσει έκπληξη με τη σταθερή της στάση υπέρ της Ουκρανίας, παρά τις αρχικές προσδοκίες ότι η δεξιά της κυβέρνηση θα ακολουθούσε μια πιο φιλική προς τη Ρωσία πολιτική.
Πριν από την ανάληψη της εξουσίας, πολλοί στη Μόσχα πίστευαν ότι η Μελόνι, με τις εθνικιστικές της θέσεις και τη φιλική της σχέση με τον Ντόναλντ Τραμπ, θα μείωνε τη στήριξη της Ιταλίας προς το Κίεβο. Αυτή η προσδοκία ενισχύθηκε από το γεγονός ότι η Ιταλία, υπό προηγούμενες κυβερνήσεις, είχε διατηρήσει σχετικά φιλικές σχέσεις με τη Ρωσία, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα.
Ωστόσο, η Μελόνι όχι μόνο διατήρησε, αλλά και ενίσχυσε τη στρατιωτική και οικονομική βοήθεια της Ιταλίας προς την Ουκρανία, καθιστώντας τη χώρα της έναν από τους πιο αξιόπιστους συμμάχους της Δύσης στο ουκρανικό μέτωπο. Αυτή η στάση έχει προκαλέσει την έντονη δυσφορία της Μόσχας, η οποία βλέπει την Ιταλία ως κρίσιμο παίκτη στη Μεσόγειο, τόσο λόγω της γεωγραφικής της θέσης όσο και λόγω της ιστορικής της επιρροής στη Λιβύη.
Η Λιβύη, ως πρώην ιταλική αποικία και σημαντικός προμηθευτής φυσικού αερίου, αποτελεί ιδανικό πεδίο για την άσκηση πίεσης. Η Ρωσία, μέσω του Χαφτάρ, φαίνεται να επιχειρεί να στείλει ένα σαφές μήνυμα στη Μελόνι, η συνεχιζόμενη υποστήριξη της Ουκρανίας θα έχει κόστος, τόσο στο εσωτερικό της Ιταλίας όσο και στη διεθνή της εικόνα. Οι πρόσφατες κινήσεις του Χαφτάρ, όπως η παρεμπόδιση ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στη Μεσόγειο ή η κλιμάκωση της έντασης στις θαλάσσιες ζώνες κοντά στη Σικελία, εξυπηρετούν αυτόν τον σκοπό.
Η Μελόνι, ωστόσο, έχει δείξει ότι δεν υποκύπτει εύκολα σε εκβιασμούς. Η στάση της χαρακτηρίζεται από μια ισορροπία μεταξύ της εθνικιστικής της ρητορικής και της δέσμευσής της στις ευρωατλαντικές συμμαχίες. Παρά την πίεση από ακροδεξιούς κύκλους στο εσωτερικό της Ιταλίας, οι οποίοι διατηρούν φιλικές σχέσεις με τη Ρωσία, η Μελόνι έχει καταφέρει να διατηρήσει την υποστήριξη της κοινής γνώμης, ιδιαίτερα λόγω της σκληρής της στάσης στο μεταναστευτικό.
Η Μόσχα ελπίζει ότι η συνεχιζόμενη κρίση στη Λιβύη θα μπορούσε να αποδυναμώσει την κυβέρνηση Μελόνι, οδηγώντας σε μια πιο φιλική προς τη Ρωσία ιταλική κυβέρνηση σε βάθος, ιδιαίτερα αν η παρούσα κυβέρνηση χάσει τη λαϊκή υποστήριξη λόγω της μεταναστευτικής κρίσης ή των ενεργειακών προβλημάτων. Η Ιταλία, ως μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ και βασικός παίκτης στη Μεσόγειο, αποτελεί κρίσιμο στόχο για τη Ρωσία, καθώς η αποδυνάμωσή της θα μπορούσε να έχει αλυσιδωτές συνέπειες για την ευρωπαϊκή ενότητα. Βέβαια, μέχρι τώρα οι ροές κατευθύνονται κατά κύριο λόγο στην Ελλάδα, αλλά αυτό είναι μάλλον πρόσκαιρο.
Η στρατηγική της Ρωσίας στην Ιταλία δεν περιορίζεται μόνο στην άμεση πίεση μέσω της Λιβύης, αλλά επεκτείνεται και σε πιο έμμεσες μεθόδους, όπως η ενίσχυση της κοινωνικής δυσαρέσκειας μέσω της προπαγάνδας και της υποστήριξης ακροδεξιών κύκλων. Η Μόσχα γνωρίζει ότι η Ιταλία, με την ιστορία της πολιτικής αστάθειας και τις βαθιές κοινωνικές διαιρέσεις, είναι ευάλωτη σε τέτοιες τακτικές.
Η ενεργειακή εξάρτηση της Ιταλίας από τη Λιβύη προσθέτει ακόμη ένα επίπεδο πίεσης. Η απώλεια του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου έχει αναγκάσει την Ιταλία να στραφεί σε εναλλακτικές πηγές, όπως η Λιβύη, η οποία, ωστόσο, παραμένει ασταθής. Η Ρωσία, μέσω του Χαφτάρ, μπορεί να επηρεάσει την πρόσβαση της Ιταλίας στους λιβυκούς ενεργειακούς πόρους, δημιουργώντας περαιτέρω πίεση στην κυβέρνηση Μελόνι. Η αύξηση του κόστους ενέργειας, σε συνδυασμό με την κοινωνική δυσαρέσκεια από τη μετανάστευση, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα που η Μόσχα ελπίζει να εκμεταλλευτεί.
Ελλάδα: Η πίεση του Μεταναστευτικού και η επιδιωκόμενη εσωτερική αστάθεια
Η Ελλάδα, υπό την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποτελεί κρίσιμο στόχο της ρωσικής στρατηγικής, καθώς η γεωγραφική της θέση, η σταθερότητα της κυβέρνησής της και η στρατηγική της σημασία στο ΝΑΤΟ την καθιστούν εμπόδιο στα σχέδια της Μόσχας. Με τις επόμενες εκλογές να αναμένονται το 2027, η Ελλάδα απολαμβάνει μια περίοδο πολιτικής και μακροοικονομικής σταθερότητας, η οποία έχει ενισχύσει τη θέση της τόσο στην ΕΕ όσο και στη διεθνή σκηνή.
Η πρόσφατη οικονομική ανάκαμψη, με την Ελλάδα να ανακτά την επενδυτική της βαθμίδα και να προσελκύει ξένες επενδύσεις, έχει δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα για τη χώρα, το οποίο η Ρωσία πολύ θα ήθελε να ανατρέψει. Η Μόσχα εκμεταλλεύεται δύο βασικά ζητήματα για να αποσταθεροποιήσει τη Ελλάδα, τη μεταναστευτική κρίση και τις εσωτερικές πολιτικές αντιθέσεις.
Οι πρόσφατες αθρόες αφίξεις μεταναστών στην Κρήτη, που προέρχονται κυρίως από τη Λιβύη, έχουν προκαλέσει έντονη ανησυχία στην ελληνική κυβέρνηση. Η Ρωσία, μέσω του Χαφτάρ, φαίνεται να διευκολύνει τη ροή μεταναστών προς την Ελλάδα, γνωρίζοντας ότι το μεταναστευτικό αποτελεί ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα για την ελληνική κοινωνία. Η Κρήτη, λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας με τη Λιβύη, έχει γίνει ο κύριος προορισμός αυτών των ροών.
Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται σε ένα δύσκολο δίλημμα. Από τη μια πλευρά, η αριστερή αντιπολίτευση πιέζει για περισσότερο “ανθρωπιστικές” πολιτικές, κατηγορώντας την κυβέρνηση για σκληρότητα στη διαχείριση του μεταναστευτικού. Από την άλλη, δεξιοί και ακροδεξιοί κύκλοι κατηγορούν την κυβέρνηση ότι με την πολιτική της των “ανοιχτών συνόρων”, προσπαθεί και «αφελληνίζει» τη χώρα, υπονοώντας ότι η αδυναμία ελέγχου των συνόρων απειλεί την εθνική ταυτότητα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι δύο αυτοί πολιτικοί χώροι, (αριστερά και άκρα αριστερά, δεξιά και άκρα δεξιά), παρά τις διαφορές τους, φαίνεται να συγκλίνουν σε μια φιλορωσική ρητορική, είτε μέσω της κριτικής στην ευρωπαϊκή πολιτική είτε μέσω της υποστήριξης της Μόσχας ως αντίβαρου στη Δύση. Αυτή η σύμπλευση δεν είναι τυχαία. Η Ρωσία έχει ιστορικά επενδύσει στη στήριξη περιθωριακών πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, μέσω προπαγάνδας, χρηματοδότησης και άλλων μέσων, για να αποδυναμώσει τις δημοκρατικές κυβερνήσεις.
Στην Ελλάδα, η Μόσχα φαίνεται λοιπόν, πολύ έξυπνα και υπόγεια, να εκμεταλλεύεται την κοινωνική δυσαρέσκεια για το μεταναστευτικό, ενισχύοντας την πόλωση και αποδυναμώνοντας την κυβερνητική συνοχή. Η ελληνική κυβέρνηση, πρέπει να διαχειριστεί όχι μόνο τις εξωτερικές πιέσεις από τη Λιβύη, αλλά και τις εσωτερικές προκλήσεις που προκύπτουν από την κοινωνική δυσαρέσκεια. Και μάλιστα, με το Λιμενικό να κατηγορείται συνεχώς πως “πνίγει μετανάστες” από την Αριστερά (και την Τουρκία), και από την άλλη πλευρά, δέχεται σκληρές κατηγορίες “έχει γίνει μεταφορέας μεταναστών που έρχονται να μας καταλάβουν” από την Δεξιά. Οι δυο αυτές πλευρές, ξαναλέμε πως συμφωνούν όλως τυχαίως στην υποστήριξη της Ρωσίας.
Η κρίση με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων), που προκάλεσε και την εμπλοκή την Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, έχει επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση και την πολιτική πίεση, καθώς οι κατηγορίες για κακοδιαχείριση και διαφθορά έχουν πλήξει την εικόνα της κυβέρνησης. Η Ρωσία, γνωρίζοντας ότι η οικονομική σταθερότητα αποτελεί βασικό πυλώνα της κυβερνητικής νομιμοποίησης, εκμεταλλεύεται τέτοιες “ουρανοκατέβατες” κρίσεις για να εντείνει την πίεση στην Ελλάδα.
Μια πιθανή αποσταθεροποίηση της παρούσας ελληνικής κυβέρνησης, είτε μέσω του μεταναστευτικού είτε μέσω εσωτερικών σκανδάλων, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια πιο φιλική προς τη Ρωσία κυβέρνηση, ακόμη και αν αυτή προέρχεται από το ίδιο το κυβερνών κόμμα. Η Ελλάδα, ως κρίσιμος παίκτης στη Μεσόγειο και μέλος του ΝΑΤΟ, αποτελεί εμπόδιο στα σχέδια της Ρωσίας για την επέκταση της επιρροής της στη περιοχή. Η στρατηγική θέση της Ελλάδας, ιδιαίτερα σε σχέση με τις θαλάσσιες οδούς (Κρήτη, Αλεξανδρούπολη) και την ενεργειακή ασφάλεια, την καθιστά στόχο της Μόσχας. Συνεπώς, η Μόσχα επιθυμεί διακαώς να ελέγξει με κάποιον τρόπο τα εσωτερικά της χώρας μας.
Ευρωπαϊκή Ένωση: Περαιτέρω αποδυνάμωση μέσω Μετανάστευσης, της Ενέργειας και Αμυντικής Κρίσης
Σε ευρύτερο επίπεδο, η Ρωσία θα μπορούσαμε να πούμε πως χρησιμοποιεί τον Χαφτάρ ως μέσο για να πλήξει την ευρωπαϊκή ενότητα και να αποδυναμώσει την ΕΕ σε μια δύσκολη στιγμή. Η Ευρώπη βρίσκεται ήδη υπό πίεση από πολλαπλά μέτωπα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, η αμυντική αποδυνάμωση και η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία στις ΗΠΑ πιέζουν τις Βρυξέλλες. Η Μόσχα εκμεταλλεύεται αυτές τις προκλήσεις για να εντείνει περαιτέρω την πίεση μέσω της Λιβύης.
Η Ελλάδα με την άφιξη δεκάδων χιλιάδων μεταναστών από τη Λιβύη προς την Ευρώπη, προς την Ιταλία, την και τη Μάλτα, δημιουργεί νέα ξαφνική και ασύμμετρη πίεση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες καλούνται να διαχειριστούν τις κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις που προκύπτουν. Η μεταναστευτική κρίση ενισχύει την κοινωνική δυσαρέσκεια σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, και δίνει ώθηση σε ακροδεξιές και ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις, οι οποίες συχνά διατηρούν φιλικές σχέσεις με τη Μόσχα. Η ΕΕ, με τις περιορισμένες της δυνατότητες να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε αυτές τις προκλήσεις, βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, καθώς η έλλειψη πολιτικής συνοχής και η εσωτερική διχόνοια ενισχύουν την ευαλωτότητά της.
Η αμυντική κρίση της ΕΕ αποτελεί έναν ακόμη παράγοντα που η Ρωσία εκμεταλλεύεται. Τα τελευταία 30 χρόνια, η Ευρώπη έχει μειώσει σημαντικά τις αμυντικές της δαπάνες, βασιζόμενη στην προστασία των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ. Η επιστροφή του Τραμπ στην εξουσία, με τις απειλές του για μείωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ευρώπη, έχει προκαλέσει ανησυχία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Θα πρέπει λοιπόν να δούμε τη Λιβύη ως μέσο ρωσικών κύκλων, για να αποσπάσουν την προσοχή της Ευρώπης από την ανάγκη ενίσχυσης της αμυντικής της ικανότητας. Η αποσταθεροποίηση της Μεσογείου, μέσω της κλιμάκωσης της έντασης από τον Χαφτάρ, αναγκάζει την ΕΕ να επικεντρωθεί σε κρίσεις στα νότια σύνορά της, αποδυναμώνοντας την ικανότητά της να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της Ανατολικής Ευρώπης, ιδιαίτερα στην Ουκρανία.
Η Τουρκική Θέση
Η πρόσφατη συμφιλίωση του Χαφτάρ με την Κυβέρνηση της Τρίπολης και τους Τούρκους, συμμάχους της Ρωσίας, αλλάζει δραματικά τις ισορροπίες στη Λιβύη. Αυτή η εξέλιξη ευνοεί απόλυτα την Τουρκία, η οποία, ως βασικός υποστηρικτής της Τρίπολης, ενισχύει τη θέση της στη Μεσόγειο. Η Τουρκία έχει ήδη αποδείξει την ικανότητά της να επηρεάζει τις εξελίξεις στη Λιβύη. Συνεπώς, στο συγκεκριμένο θέμα είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένη με τη Ρωσία.
Οι εξελίξεις επιτρέπουν στην Τουρκία να εδραιώσει την επιρροή της στη Λιβύη, εξασφαλίζοντας πρόσβαση σε ενεργειακούς πόρους και στρατηγικές θαλάσσιες ζώνες. Αυτή η εξέλιξη αποδυναμώνει περαιτέρω την ΕΕ, καθώς η Τουρκία, ως περιφερειακή δύναμη με φιλοδοξίες, εκμεταλλεύεται την αποσταθεροποίηση που προκαλεί η Ρωσία για να ενισχύσει τη δική της θέση. Η Ελλάδα, η Ιταλία και η Μάλτα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, καθώς η τουρκική επιρροή στη Λιβύη ενισχύεται, ενώ η ΕΕ παραμένει διχασμένη και ευάλωτη. Με λίγα λόγια, η κατάσταση είναι ένα μικρό ρωσικό δώρο προς τον Ερντογάν.
Συμπερασματικά, η ρωσική στρατηγική στη Λιβύη, μέσω του Χαφτάρ, είναι πλέον προφανές πως πρόκειται για ένα πολύπλευρο σχέδιο που εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες της Ευρώπης σε μια εποχή κρίσιμων προκλήσεων. Η Μόσχα, χρησιμοποιώντας το μεταναστευτικό, την ενεργειακή εξάρτηση και την αμυντική αδυναμία της ΕΕ, επιδιώκει να αποσταθεροποιήσει την Ιταλία, την Ελλάδα και την ευρύτερη ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική. Η επιτυχία αυτής της στρατηγικής εξαρτάται από την ικανότητα της ΕΕ να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις με ενότητα και αποφασιστικότητα. Ωστόσο, η ιστορία έχει δείξει ότι η Ρωσία είναι ικανή να εκμεταλλεύεται τις διαιρέσεις και τις αδυναμίες των αντιπάλων της, κάτι που καθιστά την παρούσα κρίση ιδιαίτερα επικίνδυνη για την ευρωπαϊκή σταθερότητα.
Μάριος Δημητρίου
flight.com.gr