- Λήγουν η μία μετά την άλλη οι συμβάσεις περίπου 2.000 υπαλλήλων που εργάζονται σε νοσοκομεία όλης της χώρας και δημιουργούνται δυσαναπλήρωτα κενά.
«Οι εργαζόμενοι αυτοί έχουν προσληφθεί μέσω ΔΥΠΑ (ΟΑΕΔ) με διετείς συμβάσεις του προγράμματος απασχόλησης μακροχρόνια ανέργων ηλικίας 55-67 ετών.
Πρόκειται για τραυματιοφορείς, βοηθητικό υγειονομικό προσωπικό, τεχνικούς, διοικητικούς υπαλλήλους κ.ά.», εξηγεί ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ).
Οι εργαζόμενοι αυτοί είχαν προσληφθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας και εκπαιδεύτηκαν για να προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες.
Με δεδομένες, όμως, τις ελλείψεις προσωπικού στα νοσοκομεία, «η μη ανανέωση των προγραμμάτων εργασίας των συναδέλφων δημιουργεί δυσαναπλήρωτα κενά», προειδοποιεί ο κ. Γιαννάκος.
Για παράδειγμα, στο Νοσοκομείο «Αττικόν», έληξαν ήδη οι συμβάσεις 11 υπαλλήλων από τη ΔΥΠΑ, ενώ σταδιακά λήγουν οι συμβάσεις τραυματιοφορέων από τα νοσοκομεία.
Όπως αναφέρει σε επιστολή της προς τον υπουργό Υγείας Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, η ΠΟΕΔΗΝ, αν δεν αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις προσωπικού, θα υπάρχει σοβαρός αντίκτυπος την πολύωρη ταλαιπωρία των ασθενών στα επείγοντα και τα άλλα τμήματα των νοσοκομείων.
«Όταν η Κυβέρνηση αναγνωρίζει τις ελλείψεις σε προσωπικό δεν μπορεί να αφήνει 2.000 Υγειονομικούς να φύγουν έτσι από το σύστημα», σχολιάζει ο ίδιος.
Μάλιστα, όπως σπεύδει να διευκρινίσει ο κ. Γιαννάκος, «οι προϋπολογισμοί των νοσοκομείων επιβαρύνονται ελάχιστα για το κόστος μισθοδοσίας καθότι το μεγαλύτερο μέρος της μισθοδοσίας καλύπτεται με κοινοτικά κονδύλια».
Αποχώρησαν 10.000 υγειονομικοί σε 2,5 χρόνια
Σύμφωνα με στοιχεία της ΠΟΕΔΗΝ, που προκύπτουν από το Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού του Υπουργείου Εσωτερικών, 10.000 υπάλληλοι αποχώρησαν από το σύστημα τα τελευταία 2,5 χρόνια.
Κάποιοι από αυτούς βγήκαν στη σύνταξη, ενώ άλλοι αποχώρησαν για να εργαστούν στο εξωτερικό.
Η ΠΟΕΔΗΝ αποδίδει το κύμα μαζικών αποχωρήσεων «στις χαμηλές αμοιβές των υγειονομικών, τις συνθήκες εργασίας, τον εμπαιγμό του κράτους για τη μονιμοποίηση των 20.000 συμβασιούχων, την ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα (ΒΑΕ)».
Παράλληλα προειδοποιεί ότι «δεν είναι μακριά η ώρα που νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας και σταθμοί ΕΚΑΒ θα βάζουν λουκέτο όχι γιατί δεν θα γίνονται προκηρύξεις για πρόσληψη προσωπικού, αλλά γιατί δεν θα υπάρχει κανείς ενδιαφερόμενος να δουλέψει στο ΕΣΥ της χώρας μας λόγω των πενιχρών μισθών».
«Ποιος γιατρός με 1.850 ευρώ το μήνα, ποιος νοσηλευτής ή διασώστης με 800 ευρώ το μήνα, ποιος τραυματιοφορέας με 650 ευρώ το μήνα θα θελήσει να στελεχώσει υγειονομική μονάδα ή ΕΚΑΒ μακριά από το τόπο της πατρικής κατοικίας;
Πως θα ζήσει;. Και μάλιστα συμβασιούχος. Τα 50 ευρώ αύξηση το μήνα που εξαγγέλθηκαν με το νέο μισθολόγιο δεν αποτελεί κίνητρο να αντιστρέψει την κατάσταση. Ποιος νοσηλευτής ή διασώστης μπορεί να ζήσει σε νησί με 850 ευρώ το μήνα μετά την αύξηση του μισθολογίου σε ένα νησί. Δεν φθάνουν ούτε να καλύψουν το νοίκι», λέει ο κ. Γιαννάκος.
Παράλληλα, είναι πεπεισμένος ότι οι μικρές αυξήσεις του νέου μισθολογίου δεν θα ανακόψουν το κύμα φυγής προς το εξωτερικό, τονίζοντας ότι φεύγουν γιατροί, νοσηλευτές για το εξωτερικό και σε 7 χρόνια θα λάβουν τα χρήματα που θα κερδίσουν στην Ελλάδα σε 40 χρόνια, ενώ παράλληλα θα έχουν φορολογικές ελαφρύνσεις και οικογενειακές διευκολύνσεις.