Σύγκρουση Πεκίνου – Ουάσιγκτον: Προσδεθείτε έρχονται σοβαρές αναταράξεις. Toυ Ανδρέα Λιούμπα
Εκτιμάται ότι η Κίνα με ένα συνδυασμό οικονομικών και διοικητικών μέτρων διαθέτει την δυνατότητα να προκαλέσει εκτεταμένα πλήγματα στις ΗΠΑ. Πρόκειται για αγώνα αντοχής...

Ο οικονομικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν έχει σχέση με την οικονομική σύγκρουση Πεκίνου – Ουάσιγκτον κατά την προηγούμενη περίοδο διακυβέρνησης Τραμπ 2017-2021. Τότε το Πεκίνο δεν γνώριζε τον συγκεκριμένο Πρόεδρο ούτε ήταν προετοιμασμένο για να συγκρουσθεί μετωπικά με τις ΗΠΑ. Αυτή τη φορά η κατάσταση είναι διαφορετική.

Η ταχεία αντεπίθεση του Πεκίνου, το οποίο απάντησε σε κάθε κίνηση της Ουάσιγκτον με μια στοχευμένη δική του, πιθανότατά αιφνιδίασε τις ΗΠΑ και το επιτελείο του Προέδρου Τραμπ. Το παραπάνω προκύπτει από την μάλλον βεβιασμένη αντίδραση του ο οποίος στην διαδικτυακή πλατφόρμα Truth Social, φάνηκε να έχει χάσει την ψυχραιμία του χαρακτηρίζοντας την αντίδραση του Πεκίνου ως «λάθος κίνηση» και ως «το μόνο πράγμα που δεν μπορούν να αντέξουν να κάνουν».

Φυσικά η παραπάνω δήλωση δεν είναι τυχαία. Τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ υφίστανται εδώ και χρόνια βαθιά εδραιωμένες αντιλήψεις σχετικά με την οικονομία της Κίνας οι οποίες παράγουν συγκεκριμένες αναλύσεις. Η μεγαλύτερη ομάδα αναλυτών συγκλίνει προς την ερμηνεία ότι η οικονομία της Κίνας είναι εύθραυστη και ότι η ανάπτυξη της εξαρτάται υπερβολικά από τις εξαγωγές. Συγκεκριμένοι αναλυτές υποστηρίζουν πως αυτή η θεμελιώδης αδυναμία θα περιόριζε τη δυνατότητα απάντησης του Πεκίνου έναντι της Ουάσιγκτον.

Ωστόσο, όπως καταδεικνύεται από την εξέταση των γεγονότων που ακολούθησαν, αυτή η εκτίμηση αξιοποιεί μια μόνο μεταβλητή, το εξαγωγικό εμπόριο και συγκεκριμένα αυτό μεταξύ Κίνας – ΗΠΑ. Αυτή η μονομέρεια υποσκάπτει την αξιοπιστία της ανάλυσης καθώς δεν λαμβάνει υπόψη της όλες τις δυνατότητες που έχει αναπτύξει το Πεκίνο από το 2018 μέχρι σήμερα, παραβλέπει το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον ο πρώτος σε όγκο συναλλαγών εμπορικός εταίρος της Κίνας και αγνοεί παντελώς τόσο την εσωτερική διάσταση στην Κίνα και στις ΗΠΑ όσο και την δηλωμένη πρόθεση της Κίνας να πολεμήσει όταν θεωρεί ότι βλάπτονται τα εθνικά της συμφέροντα.

Τα αντίμετρα της Κίνας, τα οποία διακρίνονται σε οικονομικά και θεσμικά, ανακοινώθηκαν σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση επέβαλε αρχικά δασμούς μόνο σε ένα μικρό σύνολο αμερικανικών εισαγωγών, ωστόσο, ταυτόχρονα, αξιοποιώντας ένα νομικό οπλοστάσιο το οποίο έχει χτίσει μεθοδικά μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης Τραμπ, άρχισε να ασκεί πίεση ξεκινώντας μακρόχρονες νομικές ενέργειες που έπλητταν την ίδια την ικανότητα λειτουργίας συγκεκριμένων αμερικανικών εταιρειών στην Κίνα. Η κίνηση αυτή ήταν στοχευμένη προκειμένου να δώσει το μήνυμα ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει και πως η Κίνα, μολονότι δεν επιθυμεί εμπορικό πόλεμο, αν προκληθεί θα μπει στη μάχη αποφασισμένη και είναι επαρκώς εξοπλισμένη για να κερδίσει.

Στη δεύτερη φάση, το Πεκίνο κινήθηκε εξίσου προσεκτικά, πιθανόν για να αποφύγει αντιδράσεις πανικού εκ μέρους των ξένων επενδυτών ενώ ταυτόχρονα αξιολόγησε την πιθανότητα να ξεκινήσουν διμερείς συνομιλίες με στελέχη της κυβέρνησης Τραμπ. Ο Έλον Μασκ ήταν ο πιο πιθανός υπό την έννοια ότι αντιλαμβάνεται διαφορετικά το κόστος των δασμών και είχε εκφράσει δημόσια την αντίθεση του.

Ωστόσο οι τελευταίες κινήσεις εκ μέρους των ΗΠΑ φαίνεται πως έκλεισαν την πόρτα των διαπραγματεύσεων, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο Πεκίνο. Οι απειλές της Ουάσιγκτον για περαιτέρω δασμούς μετά το 54%, που κατέστησε αδύνατες τις εμπορικές συναλλαγές, ήταν πλέον κενές νοήματος. Το 104% και το ακόμη πιο εξωφρενικό 125% ήταν μια κίνηση ανάλογη του πνεύματος του Τραμπ – μια κίνηση υπερβολική όσο και άσκοπη. Ωστόσο μετέφερε ένα μήνυμα, αυτό της διάθεσης για πόλεμο άνευ ορίων.

Την ίδια στιγμή εντός Κίνας παρατηρούμε την εκδήλωση ενός φαινομένου παρόμοιου με το rally around the flag γεγονός που δημιουργεί ευρεία εσωτερική στήριξη για αντεπίθεση. Ο Πρόεδρος Σι φαίνεται να απολαμβάνει απεριόριστη κοινωνική αποδοχή ενώ εκτιμάται ότι σταδιακά προσλαμβάνει χαρακτηριστικά ηγέτη σε πολεμική περίοδο. Είναι προφανές πως σε αυτό το περιβάλλον, οποιαδήποτε παραχώρηση από το Πεκίνο θα ήταν – πολιτικά - αδύνατη — εκτός αν η Ουάσιγκτον κάνει την πρώτη κίνηση, γεγονός που με βάση το χαρακτήρα του Προέδρου Τραμπ και την τελευταία κίνηση του στο πεδίο των δασμών φαντάζει εξίσου απίθανο.

Στον πίνακα που ακολουθεί συνοψίζουμε τα αντίμετρα της Κίνας έναντι της Ουάσιγκτον.

 

Συγκεκριμένα μπορεί να πλήξει ταυτόχρονα τρία μείζονα στρώματα:

α) τους οικονομικά ασθενέστερους γιατί θα απωλέσουν την αγοραστική τους δύναμη (πολλά φθηνά προϊόντα λιανικής όπως παιχνίδια και ρούχα εισάγονται από την Κίνα μέσω εταιρειών όπως η Temu και η Shein σε ποσοστό 16-18 %) και ταυτόχρονα πιθανές θέσεις εργασίας σε μικρές εισαγωγικές επιχειρήσεις οι οποίες εξαρτώνται από τις κινέζικες εισαγωγές,

β) τις μικρές και μεσαίες βιοτεχνίες καθώς και τις και μικρές βιομηχανικές και μεταπρατικές επιχειρήσεις δεδομένου ότι η Κίνα ελέγχει το 72% της παγκόσμιας ανεφοδιαστικής αλυσίδας με συνέπεια να είναι σχεδόν ανέφικτο να οι μικρές βιομηχανίες / μεταπράτες να βρουν προμηθευτές εκτός της αλυσίδας που ελέγχει η Κίνα και τέλος

γ) να χτυπήσει τη βιομηχανία αιχμής και υψηλής τεχνολογίας, όπως για παράδειγμα την αεροναυπηγική και αμυντική βιομηχανία στερώντας τους την πρόσβαση σε αναγκαίες πρώτες ύλες και όχι μόνο.

Είναι λογικό ότι σε ένα τέτοιο τιτάνιο αγώνα κανείς να μην εξέλθει αναίμακτος. Ωστόσο πρόκειται για αγώνα αντοχής και όχι ταχύτητας. Αγώνας στο μακρό χρόνο που ο κάθε αντίπαλος θα επιδιώξει να εξουθενώσει τον άλλο. Η εξέταση της ανθεκτικότητας των αντιπάλων θα αποτελέσει αντικείμενο άλλου άρθρου. Προς το παρόν σημειώνουμε ότι παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αρχικά είχαν την πρωτοβουλία των κινήσεων ωστόσο η απάντηση της Κίνας αιφνιδίασε την Ουάσιγκτον σε βαθμό που είναι πιθανόν να δημιουργήθηκε ρήγμα στο εσωτερικό του επιτελείου του Προέδρου μεταξύ των ακραιφνών υποστηρικτών συνέχισης της υπόψη πολιτικής και εκείνων που ενδεχομένως υποστηρίζουν ότι η χρονική συγκυρία και η μέθοδος μπορεί να μην ήταν η κατάλληλη ή ότι μπορεί να μην είχαν εκτιμήσει ορθά τις δυνατότητες και τη θέληση του Πεκίνου.

Θα επανέλθουμε σε αυτό. Προς το παρόν προσδεθείτε. Έρχονται σοβαρές αναταράξεις.

Ανδρέας Λιούμπας

huffingtonpost.gr

Ο Ανδρέας Λιούμπας είναι Διεθνολόγος με ειδίκευση στην Κίνα. Είναι επικεφαλής της Ομάδας Έρευνας Ανατολικής Ασίας του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (Ι.ΔΙ.Σ). Οι απόψεις που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο είναι προσωπικές του συγγραφέα και δεν αντανακλούν τις θέσεις του Ι.ΔΙ.Σ