Της Τίνας Μανδηλαρά
Αρκεί να φανταστείς αυτούς τους περήφανους πολεμιστές, τους προγόνους του Αγαμέμνονα να δεσπόζουν στην Εποχή του Σιδήρου και του Χαλκού σε επιβλητικές ακροπόλεις με πολύπλοκα συστήματα εισόδων και να εισέρχονται σε εντυπωσιακά παλάτια, σαν αυτά που περιέγραφε χαρακτηριστικά ο Ομηρος στην Ιλιάδα. Σαν εκείνον τον «χαλκοφορεμένο» και περήφανο Αγαμέμνονα, οι Μυκηναίοι θεωρούνταν ανίκητοι πολεμιστές, που κυριαρχούσαν στη Μεσόγειο, οι καλύτεροι στο εμπόριο και στη μάχη.
Φανταζόμαστε τον καλοχτενισμένο βασιλιά να κάθεται στον θρόνο του φορώντας τον ωραίο χιτώνα του και να οργανώνει συμπόσια, τα οποία συνήθιζαν την εποχή εκείνη σε τεράστιες αίθουσες, με τοίχους στολισμένους με όμορφες τοιχογραφίες με πολεμικές σκηνές κυνηγιού, όπως αυτές που μιμήθηκαν αιώνες αργότερα οι Μακεδόνες.
Δείγμα του πόσο προηγμένος ήταν ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός είναι οι εντυπωσιακές τοιχογραφίες
Ο μύθος δεν θέλει τυχαία τον γιο του Δία, τον Περσέα, αφού σκότωσε την τρομερή Μέδουσα, να φτάνει στις Μυκήνες και να βλέπει έναν λόφο που στα πόδια του απλώνεται όλη η θάλασσα, όπως ανέφερε κάποτε ο Απολλόδωρος, και να καλεί τους Κύκλωπες να χτίσουν απόρθητα τείχη, τα περίφημα Κυκλώπεια. Απόγονος άλλωστε του Ατρέα ήταν ο πρώτος και ατρόμητος βασιλιάς των Μυκηνών, ο περίφημος Αγαμέμνονας.
Παρότι πρόκειται για μύθο, δεν είναι τυχαία συνδεδεμένος με πραγματικά πρόσωπα, βασιλιάδες και άρχοντες που κυριάρχησαν στην Ελλάδα κατά την Εποχή του Χαλκού, όταν επικρατούσαν οι πλούσιοι Μυκηναίοι σε όλη τη Μεσόγειο οργώνοντας τις θάλασσες και μεταφέροντας τους τρόπους και τις παραδόσεις τους στα διάφορα κέντρα.
Μπορεί ο Μυκηναϊκός πολιτισμός να είναι άμεσα συνυφασμένος με τον κόσμο της Ιλιάδας και με κυρίαρχους μύθους, αλλά ήταν εμπνευσμένος από αυτόν που ακτινοβολούσε πραγματικά σε μια τεράστια επικράτεια, από τη Μικρά Ασία και την Εγγύς Ανατολή μέχρι τη Βορειοδυτική Ευρώπη από το 1600 έως το 1100 π.Χ. – αν και οι ελληνόφωνοι Αχαιοί φαίνεται να εγκαθίστανται στον ελληνικό χώρο το 2000 π.Χ. Ηταν αυτοί που έφτιαξαν ανάκτορα, ισχυρά κυκλώπεια τείχη, διαμόρφωσαν διοικητικά, στρατιωτικά, οικονομικά και θρησκευτικά κέντρα σε κυρίαρχες πόλεις στήνοντας οικισμούς γύρω από τις Ακροπόλεις τους.
Εντύπωση προκαλούν ακόμα και σήμερα οι χαρακτηριστικοί θαλαμωτοί τάφοι τους με τα πλούσια ευρήματα, τα χρυσά εξαρτήματα, τις στολές και τα εντυπωσιακά σπαθιά. Με το που εισέρχεσαι, για παράδειγμα, στη χαρακτηριστική αίθουσα 4 στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο θαμπώνεσαι, σχεδόν τυφλώνεσαι από τη λάμψη του χρυσού. Τελετουργικά σκεύη, εγχειρίδια με εμπίεστη διακόσμηση, αριστουργηματικά σφραγιστικά δακτυλίδια και πλήθος χάλκινα όπλα αλησμόνητων ηγετικών μορφών δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για το ποιοι ήταν τότε οι κυρίαρχοι στον ελλαδικό χώρο.
Χάλκινα όπλα ηγετικών μορφών δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για το ποιοι ήταν οι κυρίαρχοι στον ελλαδικό χώρο. Οι Μυκηναίοι ήταν οι πολεμιστές που γοήτευσαν τον Ομηρο
Το μάτι πέφτει αυτόματα σε εκείνη τη χρυσή μάσκα που σκεπάζει το πρόσωπο κάποιου βασιλιά -η περίφημη προσωπίδα του Αγαμέμνονα- με τα σφιχτά χείλη να δείχνουν αποφασιστικότητα και δύναμη, ακόμα και αν πρόκειται για νεκρικό προσωπείο. Είναι αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά που έκαναν τον Σλήμαν να αναφωνήσει όταν την ανακάλυψε ότι αυτός είναι ο Αγαμέμνονας!
Η περίφημη προσωπίδα που έκανε τον Σλήμαν να αναφωνήσει όταν την ανακάλυψε ότι αυτός είναι ο Αγαμέμνονας! (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο)
Το μάτι πέφτει αυτόματα και στους πανέμορφους μυκηναϊκούς αμφορείς με τα τεράστια χταπόδια να αγκαλιάζουν το αγγείο σε ένα θαλασσινό τοπίο από βράχους και φύκια και δεν μπορεί κανείς να μη σκεφτεί πόσο ίδιοι είναι όλοι αυτοί οι πολιτισμοί της Μεσογείου. Φαντάζομαι κάποιον τεχνίτη να εμπνέεται από τα θαλασσινά μοτίβα των Μινωιτών τόσους αιώνες πριν και να προσπαθεί να του παραβγεί σε ομορφιά και εκλέπτυνση, όπως και τώρα.
Μυκηναϊκοί αμφορείς με τεράστια χταπόδια να αγκαλιάζουν το αγγείο, απόδειξη πόσο υπέροχοι τεχνίτες ήταν οι Μυκηναίοι (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο)
Η ιστορία των αγγείων
Ενας Μυκηναίος ηγεμόνας από τους λεγόμενους Σκοτεινούς Χρόνους (11ος-9ος αιώνας π.Χ.) είχαμε δει να πρωταγωνιστεί σε μια από τις εκθέσεις του «Αθέατου Μουσείου», όπου επιλέγονται θησαυροί από τις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού ή αντικείμενα που δεν είχαν εκτεθεί μέχρι σήμερα και τα οποία αποκαλύπτουν πολλές άγνωστες ιστορίες.
Ειδικά αυτή του άρχοντα από το Λευκαντί είχε κλέψει τις εντυπώσεις, αφού έκρυβε πολλά μυστικά εκτός από το «ύφασμά» του που είχαμε δει να εκτίθεται το 2019. Σε συνέχεια τώρα εκείνης της έκθεσης, βλέπουμε την άκρως ενδιαφέρουσα έκθεση για τους «Μυκηναίους αλχημιστές» που μας αποκαλύπτουν πολλά για το πώς ενεργούσαν οι άνθρωποι της εποχής σε σχέση με τα ταφικά έθιμα – και όχι μόνο.
Την πορεία και τα σενάρια για την ιστορία γύρω από τα συγκεκριμένα αντικείμενα που εκτίθενται, όπως όλο το σκεπτικό του «Αθέατου Μουσείου» στην Αίθουσα του Βωμού, μας αποκαλύπτει ο επιμελητής αρχαιοτήτων δρ Κώστας Πασχαλίδης. «Η αλήθεια είναι ότι το σύνολο των επικασσιτερωμένων είναι ένα σκοτεινό παράδειγμα, καθώς η έρευνα έχει επικεντρωθεί στη μελέτη της παρασκευής και χρηστικότητάς τους», μας λέει γι’ αυτά τα αντικείμενα που καλύφθηκαν με λεπτά φύλλα κασσίτερου ώστε να δίνουν την αίσθηση ότι μοιάζουν με χρυσά, με σκοπό να συνοδέψουν τους νεκρούς στο τελευταίο τους ταξίδι, λειτουργώντας δηλαδή όχι μόνο ως σκεύη συμποσίου αλλά ως κτερίσματα.
Για πρώτη φορά στον κόσμο βλέπουμε από την Eποχή του Χαλκού να μεταμορφώνουν απλά αγγεία καθημερινής χρήσης σε χρυσά δώρα για τους νεκρούς τους, μια τεχνική γεμάτη συμβολισμούς
Αυτή ακριβώς η χρήση τους είναι που φάνηκε να κεντρίζει το ενδιαφέρον του κ. Πασχαλίδη, ώστε να σκεφτεί πως η ιστορία της «δεύτερης» ζωής τους, αφού τα φύλλα από κασσίτερο τα μεταμόρφωσαν σε κάτι άλλο από απλά χρηστικά αντικείμενα, φέρνει στην επιφάνεια τις αλχημιστικές μεθόδους. «Αυτό που με ενδιέφερε ήταν η ανάγκη που ώθησε τους ανθρώπους της εποχής εκείνης να προβούν σε μια τέτοια πράξη, δηλαδή τι σημασία είχε αυτή η προσφορά και τι μαγικές προεκτάσεις μπορεί να κρύβει», μας τονίζει εξηγώντας και τον τίτλο της έκθεσης.
Ο επιμελητής αρχαιοτήτων δρ Κώστας Πασχαλίδης αποκαλύπτει την ιστορία γύρω από τα αντικείμενα που εκτίθενται στο «Αθέατο Μουσείο»
Αρκεί να φανταστείς μέσης κοινωνικής κατάστασης Μυκηναίους να μιμούνται ουσιαστικά τις τελετουργίες των ευγενών που φρόντιζαν να έχουν τη μέγιστη δυνατή πολυτέλεια κατά την ταφή τους, τυλίγοντας διαφορετικά αγγεία με φύλλα κασσίτερου που τα έκαναν να μοιάζουν με χρυσά. Αρκούσε, μάλιστα, μια ζωική κόλλα για να μπορέσει να καλυφθεί με τέλειο τρόπο όλη η επιφάνεια και λεπτά φύλλα κασσίτερου (που θα έμοιαζαν με σημερινό αλουμινόχαρτο) για να δοθεί η αίσθηση ότι τα αγγεία είναι αργυρά.
«Ακριβώς επειδή δεν είχαν τα μέσα να προσφέρουν στον νεκρό ασημένια ή χρυσά σκεύη, διέθεταν ό,τι υπήρχε από τα υπάρχοντά τους για να το προσφέρουν στον νεκρό – και ας ήξεραν ότι ο κασσίτερος δεν αντέχει σε δύσκολες καιρικές συνθήκες και καταστρέφεται», μας εξηγεί ο κ. Πασχαλίδης, κάτι που αυτομάτως καθιστά τη χειρονομία τους ευγενική.
«Υπάρχει, η λεγόμενη ασθένεια του κασσίτερου που είναι η μεταβολή της κρυσταλλικής δομής του που συμβαίνει σε θερμοκρασίες κάτω από τους 13 βαθμούς, γεγονός που σημαίνει ότι αρκεί μια παρατεταμένη υγρασία για να κονιορτοποιηθεί το υλικό και αυτό το γνώριζαν καλά εκείνοι που έφτιαχναν αυτά τα αντικείμενα. Με άλλα λόγια, ήξεραν ότι αν ανοίξουν τον τάφο, θα βρεθούν όλα αλλοιωμένα. Γιατί, όμως, επέμεναν να προβούν σε αυτή την κίνηση; Αυτή είναι μια απαρχή για εμάς, για να εξετάσουμε το φαινόμενο αυτό, για να δούμε τι είναι αυτό που γέννησε την ανάγκη να δοθεί στα αντικείμενα αυτά μια δεύτερη ζωή. Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για μια επίφαση ευγένειας του μετάλλου, αλλά και για μια επίφαση αθανασίας».
Τα μυκηναϊκά συμπόσια
Ολα αυτά συνέβαιναν με σκεύη που προορίζονταν για καθημερινή χρήση, δηλαδή για σκεύη συμποσίου τα οποία στη συνέχεια επικασσιτερώθηκαν για να μοιάζουν με χρυσά ή αργυρά.
«Αρκεί να σκεφτούμε τη σπουδαιότητα που είχε για τον μυκηναϊκό κόσμο το συμπόσιο, αφού αφορούσε τον κόσμο των ελίτ και των καταξιωμένων ανδρών, όλων όσοι έμελλε να συνάψουν, μέσα από συζητήσεις, συμφωνίες και συμμαχίες. Είναι η γνωστή λογική που συναντάμε και στον Ομηρο, το “κάτσε να σε φιλέψω να μου πεις ποιος είσαι και να συνάψουμε σχέσεις τιμής και φιλίας”. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για τη σύμβαση της φιλίας και των δεσμών μεταξύ ξένων ανθρώπων ή για την ανανέωσή της, που σε συνδυασμό με τη χρήση μετάλλων -γιατί έχουμε χρυσά και αργυρά κύπελλα εκείνη την εποχή- αποκαλύπτει πόσο στενοί ήταν οι δεσμοί σε σχέση με ένα συγκεκριμένο περιβάλλον. Με άλλα λόγια, προηγείται η πρώτη πράξη που είναι η πόση, άρα οι δεσμοί και έπεται, η ταφή, ο χορός, δηλαδή, του θανάτου».
Μόνο που, όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Πασχαλίδης, το ενδιαφέρον είναι ότι οι προσφέροντες τα επικασσιτερωμένα αντικείμενα γνωρίζουν πολύ καλά ότι πρόκειται να αποσυντεθούν μαζί με το σώμα του τεθνεώτα. «Εν ολίγοις, στο ύστατο χαίρε υπάρχει το συμπόσιο και ένα σώμα αρωματισμένο και βαμμένο και ντυμένο με τα καλύτερά του ρούχα. Η αποσύνθεση της επικασσιτέρωσης θα συμβεί μαζί με αυτή του νεκρού. Αλλά η εικόνα που έχει αυτός που τα προσφέρει, την ώρα που τον αποχαιρετά δημόσια είναι ότι το αγαπημένο πρόσωπο θα κοιμάται στο εξής εντός του τάφου και θα έχει μαζί του πολύτιμα σκεύη, εργαλεία, προμήθειες και ό,τι χρειαστεί».
Γιατί αλχημιστές;
Στην ερώτηση γιατί η έκθεση του «Αθέατου Μουσείου» μιλάει για Μυκηναίους Αλχημιστές, η απάντηση εμπλέκει αναγκαστικά όλο το ιστορικό του φαινομένου της αλχημείας, ως μιας διαδικασίας που αποκτά εκτός από τον χαρακτήρα της τεχνουργίας και αυτόν της ιερότητας. Τόσες ιστορίες έχουμε διαβάσει για τους αλχημιστές του ελληνιστικού κόσμου, όπως της Αλεξάνδρειας που συνέδεαν μοναδικά τις επιστήμες με τον μυστικισμό μέχρι εκείνους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης και του κώδικα Ντα Βίντσι.
«Στην πραγματικότητα οι Αλχημιστές αναζητούν τον τρόπο μετατροπής των υλών σε χρυσό καθώς επίσης το ελιξίριο της ζωής και της αθανασίας, τη λεγόμενη πανάκεια», σχολιάζει σχετικά ο κ. Πασχαλίδης.
«Δεν είναι τυχαίο ότι βλέπουμε πολύ αργότερα τις μεθόδους τους να υιοθετούν, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους συμβολισμούς, οι ψυχαναλυτές, αν και εννοείται πως είναι πολύ διαφορετική η έννοια και η οπτική της αλχημείας στο βάθος των αιώνων. Αλλη κατεύθυνση έχει στην Ελληνιστική περίοδο και άλλη στον Μεσαίωνα. Απλώς, αυτό που μας απασχόλησε, αναφορικά με τη συγκεκριμένη έκθεση, είναι ένα ζητούμενο που δεν χρειάζεται να είσαι αλχημιστής για να το αντιληφθείς σε βάθος: ότι οι άνθρωποι πρέπει να πεθαίνουν όταν θέλουν και ποτέ άλλοτε. Το ζητούμενο είναι επομένως να βρεις έναν τρόπο να μείνεις νέος και να αναχαιτίσεις τη φθορά. Θέλεις, επίσης, να μετατρέψεις κάτι που φθείρεται σε κάτι που δεν φθείρεται. Ως εκ τούτου, στο απτικό επίπεδο των μετάλλων ο χρυσός δεν είναι μόνο πολύτιμος οικονομικά, αλλά είναι πολύτιμος επειδή σπάει τα όρια του βίου: ζει πολύ περισσότερο από εμάς. Ξέρεις, για παράδειγμα, ότι ο χρυσός βαπτιστικός σου σταυρός μπορεί να περάσει από τα χέρια πολλών γενεών ακριβώς επειδή σπάει τα όρια του βίου και μπορεί από προσωπικό αντικείμενο να φέρει το αποτύπωμά σου στους αιώνες. Αντιλαμβάνεσαι, εν ολίγοις, ότι στον βαθμό που ζει περισσότερο από εσένα, έχει μια τεράστια δύναμη. Στον βαθμό λοιπόν που οι άνθρωποι έχουν ως ζητούμενο τη μετατροπή της ύλης σε κάτι ευγενές και σε αθάνατο, μιλάμε για κάτι αδιαφοροποίητο στο πέρας των αιώνων. Ολοι θυμώνουμε με τη φθορά και το τέλος και όλοι θα επιθυμούσαμε να παρατείνουμε τα πράγματα για τους αγαπημένους ανθρώπους ή για εμάς, είτε πρακτικά είτε συμβολικά, και αυτά να είναι αναλλοίωτα σαν το χρυσάφι. Επομένως, δεν θεωρώ ότι οι Μυκηναίοι έκαναν κάτι περισσότερο από το να απαντήσουν στον βασικό φόβο του ανθρώπου. Γι’ αυτό τους σέβομαι, γιατί οργανώνουν την τελετή του θανάτου ως ένα μεγάλο γλέντι, όπου πίνουν όλοι μαζί και αυτή την κοινή εμπειρία τη μετατρέπουν σε ένα για πάντα που είναι αργυρό και χρυσό».
Εξ ου και ο ίδιος, ως επιστήμων και επιμελητής των συγκεκριμένων εκθεμάτων, τολμάει να πάει ένα βήμα παραπέρα από εκεί που σταματάει η βιβλιογραφία, πρεσβεύοντας ότι δεν είναι μόνο αισθητικοί οι λόγοι που έκαναν τους Μυκηναίους να δώσουν δεύτερη ζωή σε αυτά τα αντικείμενα – ήταν κάτι πέρα από αυτό. Πρόκειται για την εσωτερική ανάγκη που ένιωσαν να κατακτήσουν την επίπλαστη αιωνιότητα, μπροστά στο κατώφλι του θανάτου.
«Αλλά και πάλι μιλάμε για εικασίες, όχι για βεβαιότητες. Στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε πολλά για τις πεποιθήσεις τους για την αιωνιότητα», επισημαίνει ο κ. Πασχαλίδης εξηγώντας μας τις διαφορετικές απεικονίσεις του μεταφυσικού, τις θεότητες στις οποίες πίστευαν και τη σχέση που εικάζουμε πως είχαν με τη μεταφυσική ή το Επέκεινα. «Συνήθως στις διάφορες παραστάσεις απεικονίζουν δαίμονες ή σπουδαίες γυναικείες μορφές καθώς δέχονται δώρα και συμμετέχουν σε παρακλήσεις. Είθισται, μάλιστα, στον μυκηναϊκό κόσμο να ήταν οι γυναίκες αρχιέρειες και άρα οι ιδανικοί διαμεσολαβητές μεταξύ του θεϊκού και του ανθρώπινου». Το μυαλό μου αυτομάτως πηγαίνει, χωρίς να το πω, σε εκείνη τη γυναικεία μυθική φιγούρα της Αερόπης, η οποία δίνει στον Θυέστη το χρυσόμαλλο κριάρι του Ατρέα, πατέρα του Αγαμέμνονα και του Μενέλαου, εξ ου και η τραγωδία του Ευριπίδη «Ατρεύς ή Μυκήναι», μια άλλη απόδειξη της κυρίαρχης μορφής των γυναικών στον μυκηναϊκό κόσμο. «Οι Μυκηναίοι ξυπνούν μέσα στον 16ο π.Χ. με έναν αμύθητο πλούτο στη διάθεσή τους, που δεν ξέρουμε από πού προέρχεται. Πρέπει να αποκτήσουν νέους τρόπους γιατί κατάγονταν από φτωχούς προγόνους και ο κοντινότερος τόπος για να προμηθευτούν πολύτιμα σκεύη και συμπεριφορές είναι η μινωική Κρήτη. Εξ ου και ότι δανείζονται πολλά στοιχεία από την Κρήτη, αλλά αυτά δεν τους κάνουν ούτε Κρήτες, ούτε φαίνεται να υιοθετούν κάποια θρησκεία που τους κάνει κάτι που δεν είναι. Απλώς μαθαίνουν».
Πύλη των Λεόντων: Η κύρια είσοδος της Ακρόπολης των Μυκηνών, του κέντρου του Μυκηναϊκού Πολιτισμού. Η πύλη κατασκευάστηκε στα μέσα του 13ου αιώνα π.Χ., όταν βασιλιάς ήταν ο Ατρέας
Η Γραμμική Β’
Με άλλα λόγια, αυτό που ουσιαστικά κάνουν οι Μυκηναίοι είναι να υιοθετούν ξένους τρόπους και να εισάγουν τεχνίτες για τα δικά τους εμβληματικά έργα, να αντιγράφουν σε αρκετά τους Μινωίτες με τα ωραία σφραγιστικά ή τις πανέμορφες τοιχογραφίες. «Αλλά πιστεύουν στη δική τους παράδοση και φοβούνται τα δικά τους πνεύματα», προσθέτει ο κ. Πασχαλίδης. «Και αυτό το ξέρουμε επειδή θάβουν τους νεκρούς με τον δικό τους τρόπο, κατά τον τρόπο των προγόνων τους. Γιατί το τελευταίο πράγμα που θα αλλάξεις είναι την πίστη σου σε αυτό που σε ακολουθεί και σε αυτό που σε περιμένει. Η στιγμή του φόβου καταδεικνύει την πραγματική σου καταγωγή το “ποιανού είσαι συ”, που λέγαμε και στα χωριά».
Οταν, επομένως, αργότερα ο μινωικός κόσμος περνάει μια τεράστια κρίση, ειδικά μετά την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, οι Μυκηναίοι επεμβαίνουν με βία, κατακτούν ένα μέρος του νησιού και διαμορφώνουν τη δική τους επικράτεια.
«Στην πραγματικότητα, οι Μυκηναίοι έπαθαν κάτι αντίστοιχο με τους μετέπειτα Ρωμαίους, που κατέκτησαν και κατακτήθηκαν, αν και έδωσαν πολλά στους Κρήτες, όπως τα ταφικά τους έθιμα. Νωρίτερα τους είχαν μιμηθεί στη γραφή επειδή ήταν αναγκασμένοι να γράφουν για να θυμούνται. Γράφουν λοιπόν στη Γραμμική Β’ αλλά με διαφορές. Αυτό όμως που συμβαίνει με τα συγκεκριμένα ταφικά έθιμα και με αυτά τα κτερίσματα δεν συμβαίνει πουθενά αλλού πέρα από τον κόσμο των Μυκηναίων, δηλαδή την επικασσιτέρωση: την πρακτική της επιμετάλλωσης των πήλινων αγγείων και την απόδοση της λάμψης του αργύρου και του χρυσού, που χάριζε μια επίφαση αθανασίας για τις ανάγκες της μυκηναϊκής θεολογίας του θανάτου», καταλήγει ο κ. Πασχαλίδης.
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image, Shutterstock
protothema.gr