Η κυβέρνηση συνεχίζει και σε αυτή τη θητεία της το σχέδιο διάλυσης της λεγόμενης «μεσαίας τάξης», απέκρυψε από τον ελληνικό λαό τις πραγματικές προγραμματικές της θέσεις, που σήμερα ξεδιπλώνονται με οριζόντια άδικα φορολογικά μέτρα, οδηγώντας χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, που θα μπορούσαν να είναι πυλώνας για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας της χώρας, στα λουκέτα και στη φτωχοποίηση.
Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και των περιοριστικών μέτρων της πανδημίας, όπου δεν έλαβαν καμία ουσιαστική στήριξη από την Πολιτεία, ήρθαν αντιμέτωποι με αυξημένα λειτουργικά κόστη, παραμένοντας αποκλεισμένοι από τους Ευρωπαϊκούς πόρους, συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Ανάκαμψης.
Με το Νομοσχέδιο που συζητείται σήμερα στη Βουλή όχι μόνο δεν θα καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, αλλά θα δοθεί η δυνατότητα σε όσους ήδη πλουτίζουν μη δηλώνοντας τα έσοδά τους να πληρώσουν τα 1.400 ευρώ και να μην έχουν άλλες σκοτούρες, ενώ όσοι βρίσκονται πραγματικά στο όριο της επαγγελματικής τους ύπαρξης και προσπαθούν μετά βίας να κρατηθούν όρθιοι, θα έχουν πλέον και την μέγγενη του τεκμαρτού εισοδήματος. Με την κυβέρνηση να αγνοεί επιδεικτικά, το γεγονός ότι οι περισσότεροι κλάδοι των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων έχουν εποχικότητα και άλλες ιδιαιτερότητες στην δραστηριότητά τους, όχι από επιλογή, κι αδυνατούν να ανταπεξέλθουν σε υποχρεώσεις που αντιστοιχούν σε εργασία 14 μηνών.
Πρόκειται για μια συνταγή βέβαιης αποτυχίας που η Κυβέρνηση επαναφέρει με σκοπό να ευνοήσει τους λίγους και ισχυρούς, τους μεγάλους ομίλους που θα δουν τον ανταγωνισμό τους να μειώνεται και θα καρπωθούν περισσότερα κέρδη. Οδηγεί μικρομεσαίους και ελεύθερους επαγγελματίες στον αφανισμό και τους ωθεί στο να γίνουν υπάλληλοι με μισθούς που δεν θα φτάνουν να επιβιώσουν αξιοπρεπώς. Αντί να προχωρήσει, να κάνει ένα βήμα προς την δίκαιη και αναλογική φορολόγηση και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, αντί να δώσει στους επαγγελματίες χώρο να αναπνεύσουν, απαξιώνει ακόμη περισσότερο τη δουλειά τους, επενδύοντας, και πάλι, στην επικοινωνία και τον κοινωνικό αυτοματισμό.