ΠΟΕ – ΟΤΑ: Κατάθεση Πρότασης Νόμου για επαναφορά 13ου και 14ου μισθού
Η επαναφορά, λοιπόν, των δώρων αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη επανόδου στην ομαλότητα και την κανονικότητα των αμοιβών των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Πρόταση Νόμου, για την επαναφορά των “13ου και 14ου μισθού”, στους εργαζομένους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κατέθεσε η ΠΟΕ – ΟΤΑ με έγγραφό της, προς τους συναρμόδιους υπουργούς Εσωτερικών και Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών, Θοδωρή Λιβάνιο και Κωστή Χατζηδάκη και τα κοινοβουλευτικά πολιτικά κόμματα.

Στην ανακοίνωση της, που συνοδεύει την πρόταση νόμου, η ΠΟΕ – ΟΤΑ αναφέρει:

Τα επιδόματα εορτών αναγνωρίσθηκαν για πρώτη φορά υπέρ των Δημοσίων Υπαλλήλων με τον Α.Ν.1502/1950 (Α’ 216), στο άρθρο 9, παρ.1 του οποίου οριζόταν ότι «εις τους δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους και υπηρέτας, τους στρατιωτικούς και τα όργανα ασφαλείας παρέχεται:

α. ο μισθός ενός μηνός επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων.

β. ο μισθός ενός δεκαπενθημέρου επί ταις εορταίς του Πάσχα».

Με το άρθρο 74, παρ.1 του Ν.1811/1951 (Α’ 141) επαναλήφθηκε η ως άνω παρ.1 του άρθρου 9 του Α.Ν.1502/1950, ενώ με την παρ.2 του ίδιου άρθρου καθιερώθηκε και το επίδομα άδειας, με τη χορήγηση κανονικής άδειας ή την έναρξη των θερινών διακοπών.

Με την περ.1 της υποπαρ. Γ.1 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου του Ν.4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» επήλθε κατάργηση των επιδομάτων εορτών και άδειας.

Το αίτημα καθίσταται ακόμα πιο επίκαιρο λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι επί σειρά ετών έχουν χορηγηθεί διαδοχικές αυξήσεις του νόμιμου μισθού των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα, στους οποίους ουδέποτε διεκόπη η καταβολή των δώρων.

Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης έχει σημαντικά συρρικνώσει τα εισοδήματα των εργαζομένων του Δημοσίου. Εξάλλου, η εικόνα των βασικών δεικτών της Ελληνικής Οικονομίας, όπως παρουσιάζεται από την κυβέρνηση, δεν δικαιολογεί πλέον σε καμία περίπτωση την διατήρηση έκτακτων μέτρων, που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής κρίσεως και συνδέονται άμεσα με αυτήν.

Η επαναφορά, λοιπόν, των δώρων αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη επανόδου στην ομαλότητα και την κανονικότητα των αμοιβών των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.).

Ως εκ τούτου η Εκτελεστική Επιτροπή της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. λαμβάνοντας υπόψη την ομόθυμη βούληση των εργαζομένων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ανεξαρτήτως πολιτικής ή συνδικαλιστικής τοποθέτησης ή δράσης, σας καταθέτει σχετική Πρόταση Νόμου και ζητάμε όπως εισάγετε προς εισήγηση και ψήφιση στη Βουλή το πλαίσιο της Νομοθετικής Πρωτοβουλίας.

Ακολουθεί η Πρόταση Νόμου:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

1.Στους αμειβόμενους, βάσει των διατάξεων τουΝ.4354/2015 (Α 176) ανεξαρτήτως σχέσεως εργασίας καταβάλλονται εφεξής επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας.

2.Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων ισούται με τον μηνιαίο βασικό μισθό του μισθολογικού κλιμακίου, στο οποίο ανήκει ο υπάλληλος. Το επίδομα αυτό χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Απριλίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους και καταβάλλεται στις 16 Δεκεμβρίου κάθε έτους.

3.Το επίδομα εορτών Πάσχα ισούται με το ήμισυ του μηνιαίου βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου, στο οποίο ανήκει κάθε φορά ο υπάλληλος. Το επίδομα αυτό χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Δεκεμβρίου μέχρι και 15 Απριλίου του επόμενου έτους και καταβάλλεται δέκα ημέρες πριν από το Πάσχα.

4.Το επίδομα αδείας ισούται με το ήμισυ του μηνιαίου βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου στο οποίο ανήκει κάθε φορά ο υπάλληλος. Το επίδομα αυτό χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1ης Ιουλίου μέχρι και 30 Ιουνίου του επόμενου έτους και καταβάλλεται την 1η Ιουλίου κάθε έτους.

5.Τα παραπάνω Επιδόματα υπολογίζονται στο βασικό μισθό, που έχει ο υπάλληλος, κατά τις οριζόμενες στις προηγούμενες παραγράφους ημερομηνίες.

6.Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο από τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2 και 3 του όρθρου αυτού, καταβάλλεται τμήμα επιδόματος ανάλογο προς αυτό που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα της μισθοδοσίας του.


2 ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Τα επιδόματα εορτών αναγνωρίσθηκαν υπέρ των δημοσίων υπαλλήλων με τονΑ.Ν.1502/1950 (Α’ 216), στο άρθρο 9,παρ.1 του οποίου οριζόταν ότι «εις τους δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους και υπηρέτας, τους στρατιωτικούς και τα όργανα ασφαλείας παρέχεται: α. ο μισθός ενός μηνός επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων. β.ο μισθός ενός δεκαπενθημέρου επί ταις εορταίς του Πάσχα». Με το άρθρο 74,παρ.1 του Ν.1811/1951 (Α’ 141) επαναλήφθηκε η ως άνω παρ.1 του άρθρου 9 του Α.Ν. 1502/1950, ενώ με την παρ.2 του ίδιου άρθρου καθιερώθηκε και το επίδομα άδειας, με τη χορήγηση κανονικής άδειας ή την έναρξη των θερινών διακοπών.Αντίστοιχες ρυθμίσεις περιέλαβε το Ν.Δ. 4548/1966 (Α’ 188), ο Υπαλληλικός Κώδικας (που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 611/1977, Α’ 198) και ο Ν.1505/1984 περί του μισθολογίου του προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης (Α’ 194), ενώ, χορήγηση των ως άνω επιδομάτων εορτών και άδειας, προβλέφθηκε και στον Ν.2470/1997 «Αναμόρφωση μισθολογίου προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης» (Α’ 40).

Σε συνέχεια των ανωτέρω ρυθμίσεων, με τον Ν.3205/2003 (Α’ 297), περί του μισθολογίου των λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ., των Ο.Τ.Α. και των μόνιμων στελεχών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, επίσης, προβλέφθηκε, η χορήγηση επιδομάτων εορτών και άδειας.

Συγκεκριμένα, με το άρθρο 9 του εν λόγω Νόμου το επίδομα Χριστουγέννων καθορίσθηκε ίσο με τον μηνιαίο βασικό μισθό του μισθολογικού κλιμακίου του υπαλλήλου, τα δε επιδόματα Πάσχα και άδειας καθορίσθηκαν, καθένα εξ αυτών, ίσα προς το ήμισυ των μηνιαίων ποσών του βασικού μισθού του εκάστοτε μισθολογικού κλιμακίου του υπαλλήλου.

Με το άρθρο 1,παρ.2 του Ν.3833/2010 (Α’ 40)προβλέφθηκε αρχικώςη μείωσή των επιδομάτων εορτών και αδείας κατά 30%.

Στη συνέχεια, με το άρθρο τρίτο,παρ.6 του Ν.3845/2010 (Α’ 65) το ύψος των εν λόγω επιδομάτων αποσυνδέθηκε από τον βασικό μισθό και προβλέφθηκε για καθένα από αυτά ένα πάγιο και εκ των προτέρων καθορισμένο ποσό.

Συγκεκριμένα, καθορίσθηκαν το επίδομα Χριστουγέννων στο ποσό των 500,00ευρώ και καθένα από τα επιδόματα Πάσχα και άδειας στο ποσό των 250,00ευρώ.

Όμοια πρόβλεψη αναφορικά με τα επιδόματα εορτών και άδειας των υπαλλήλων του Δημόσιου Τομέα υπήρξε και στις διατάξεις του Ν.4024/2011 (Α’ 226), με τον οποίο καθιερώθηκε νέο
3ενιαίο μισθολόγιο.Με την περ.1 της υποπαρ. Γ.1 της παρ.Γ του άρθρου πρώτου τουΝ.4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 -Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» (Α’ 222/12.1.2012), επήλθε κατάργηση των επιδομάτων εορτών και άδειας.

Δώδεκα έτη (12) μετά την πλήρη κατάργηση, η επαναφορά των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας αποτελεί πάγιο αίτημα των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης(Ο.Τ.Α.), ως ένα μέτρο στήριξης των αποδοχών τους, που έχουν πολλαπλά περικοπεί και ως ένας τρόπος εξισορρόπησης των ανισοτήτων, που εμφανίζονται μεταξύ των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, που λαμβάνουν κανονικά τα ως άνω επιδόματα και των εργαζομένων στο Δημόσιο, που τα στερούνται.

Το αίτημα καθίσταται ακόμα πιο επίκαιρο λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι επί σειρά ετών έχουν χορηγηθεί διαδοχικές αυξήσεις του νόμιμου μισθού των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα, στους οποίους ουδέποτε διεκόπη η καταβολή των δώρων.

Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης έχει σημαντικά συρρικνώσει τα εισοδήματα των εργαζομένωντου Δημοσίου.Εξάλλου, η εικόνα των βασικών δεικτών της Ελληνικής Οικονομίας, όπως παρουσιάζεται από την κυβέρνηση, δεν δικαιολογεί πλέον σε καμία περίπτωση την διατήρηση έκτακτων μέτρων, που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής κρίσεως και συνδέονται άμεσα με αυτήν.

Η επαναφορά, λοιπόν, των δώρων αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη επανόδου στην ομαλότητα και την κανονικότητα των αμοιβών των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης(Ο.Τ.Α.).