Η σαχλαμάρα του κάθε Φαραντούρη
Η αλήθεια είναι πως η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας οικονομίας "τρώγεται", αρκεί κάποιος να είναι στοιχειωδώς οικονομικά εγγράμματος και να διαθέτει ελάχιστη πολιτική σοβαρότητα.

Το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ και υποψήφιος Ευρωβουλευτής κ. Φαραντούρης πριν λίγες μέρες αναρωτήθηκε δημόσια, αν η βαθμολογία BBB με αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από την  Standard & Poor's  "τρώγεται". Προφανώς η έκφραση "τρώγεται" αφορά το αν αυτές οι αναβαθμίσεις έχουν κάποιο αντίκρισμα στην καθημερινότητα του πολίτη ή του φορολογούμενου.

Βεβαίως και έχουν. Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας έχει αντίκτυπο στη μείωση του κόστους δανεισμού. Όσο φθηνότερα δανείζεται μια χώρα τόσο μικρότερες δαπάνες έχει για τόκους.

Όσο λιγότερα πληρώνει τους δανειστές τόσο περισσότερα χρήματα περισσεύουν για την υγεία, την παιδεία, την άμυνα κλπ.

Αυτή είναι η μία πλευρά. Η  άλλη αφορά την διεύρυνση των δυνατοτήτων μείωσης της φορολογίας. Αν ο προϋπολογισμός είναι πλεονασματικός ή κλείνει με μικρότερο έλλειμμα υπάρχουν περιθώρια μείωσης των φόρων.

Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδικός για να τα καταλαβαίνει αυτά.

Δύο μέρες αργότερα, η ΕΛΣΤΑΤ και η EUROSTAT δημοσιοποίησαν στοιχεία για την πορεία των οικονομιών της Ευρωζώνης για το 2023 όπου επιβεβαιώνονται οι θετικές εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Το 2023 η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα περί το 1,9% του ΑΕΠ όταν ο στόχος αφορούσε σε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ.

Το δημόσιο χρέος σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία διαμορφώθηκε στο 161,9% του ΑΕΠ με μείωση πάνω από 10 μονάδες σε σχέση με το 2022, υποχωρώντας σε στα τέλη του 2023 στα 356,7 δισ. ευρώ έναντι 356,8 δισ. ευρώ στα τέλη του 2022.

Το ΑΕΠ το 2023 αυξήθηκε στα 220,3 δισ. ευρώ έναντι 206,6 δισ. ευρώ το 2022 και 181,5 δισ. ευρώ το 2021.

Τα στοιχεία αυτά βέβαια σε γενικές γραμμές ήταν αναμενόμενα. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν αποτελούν θετική εξέλιξη.

Παρά την θεαματική μείωση του, το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο της Ε.Ε. Τούτο μετά το 2032 που θα χρειαστεί να επαναδιαπραγματευτούμε τους όρους με τους δανειστές, μπορεί να εξελιχτεί σε πρόβλημα. Όπως είναι γνωστό, το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους τώρα βρίσκεται στους Ευρωπαίους εταίρους με χαριστικά επιτόκια περί το 1,5%. Η χώρα βγαίνει στις αγορές δανείζεται τώρα με υπερδιπλάσια επιτόκια.

Αυτό σημαίνει πως μας μένουν λιγότερο από 8 χρόνια για να μειώσουμε το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ σε ένα επίπεδο που θα είναι διαχειρίσιμο. Αυτό δεν είναι βέβαιο πως είναι εφικτό. Επίσης, δεν  είναι βέβαιο αν η ιδιαίτερα θετική συγκυρία θα συνεχιστεί για όσο χρειάζεται, μέχρι η Ελλάδα να καλύψει μέρος των απωλειών της περασμένης δεκαετίας αλλά και της άσωτης δημοσιονομικής πολιτικής που ακολούθησε κατά την μεγαλύτερη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

Η κατάσταση θα ήταν πολύ  καλύτερη βέβαια αν η Ελλάδα δεν είχε χρεοκοπήσει το 2010 με ευθύνη του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας για τις πολιτικές που ακολούθησαν στη μεταπολίτευση. Βέβαια η πενταετία 2004-2009  του Κώστα Καραμανλή ήταν καθοριστική αλλά μακροπρόθεσμα οι σοσιαλιστικοί πειραματισμοί του Ανδρέα Παπανδρέου φαλκίδευσαν τη χώρα.

Επίσης, τα πράγματα θα ήταν σε καλύτερη μοίρα σήμερα αν το 2015 οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν πήγαιναν στο τρίτο μνημόνιο επιβαρύνοντας την οικονομία με 100 δισ. ευρώ περίπου επιπλέον, καθυστερώντας την ανάπτυξη για 3-4 χρόνια.

Οι επιδόσεις των τελευταίων ετών είναι θεαματικές αλλά δεν είναι βέβαιο πως αρκούν για να υποστηρίξει κάποιος πως έχουμε απομακρυνθεί οριστικά από την διακεκαυμένη ζώνη μιας νέας κρίσης χρέους.

Αυτός είναι ένας λόγος που απαιτείται σοβαρότητα και όχι σαχλαμάρες...

Kώστας Στούπας

capital.gr