Τι συμβαίνει με τη δικαστική έρευνα του ατυχήματος των Τεμπών.Του Λέανδρου Ρακιντζή
Η πρόσφατη τεράστια πανελλήνια και στο εξωτερικό λαϊκή κινητοποίηση και η λιτή αλλά συγκινητική ομιλία της κ. Καρυστιανού για να διαμαρτυρηθούν για την καθυστέρηση απόδοσης ευθυνών για το τραγικό σιδηροδρομικό ατύχημα των Τεμπών όχι μόνο ξαναέφερε το όλο ζήτημα στην επικαιρότητα, αλλά προκάλεσε τηλεοπτική συνέντευξη του κ. Πρωθυπουργού, με αναφορά στο αναμενόμενο πόρισμα του ΕΜΠ και με συγκεκριμένες δεσμεύσεις ως και δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης ότι η σχετική δίκη θα αρχίσει εντός του 2025.

Σε λίγο συμπληρώνεται διετία από το τραγικό, με εκατόμβη θυμάτων, σιδηροδρομικό ατύχημα των Τεμπών και συνεχίζεται η δικαστική διερεύνηση των ποινικών ευθυνών, που άρχισε σχεδόν αμέσως μετά το ατύχημα με τον διορισμό εφέτη-ανακριτή  από την Ολομέλεια Εφετών του Εφετείου Λάρισας, κατόπιν  πρωτοβουλίας του εξαιρετικού τότε Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας Σ. Δασκαλόπουλου.

Φαίνεται όμως ότι λόγω του πλήθους (43) των κατηγορουμένων, των θυμάτων (57), συγγενείς των οποίων παρίστανται για την υποστήριξη της κατηγορίας, 252 δικηγόρων εκατέρωθεν, των  καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, που πολλές δεν έχουν ληφθεί ακόμα, των ευρημάτων-πειστήριων και ιδιαίτερα του αναμενόμενου πορίσματος του ΕΜΠ και των πορισμάτων των τεχνικών συμβούλων, των αιτημάτων για ανακριτικές πράξεις που υποβάλλουν τα διάδικα  μέρη, της ανάγκης έκδοσης πορισμάτων για τεχνικά ζητήματα και άλλων ανακριτικών πράξεων, δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί από τούδε ο προβλεπτός χρόνος για το πέρας της ανακριτικής διαδικασίας, παρά τις παραπάνω αισιόδοξες δηλώσεις του ΥΔ, μολονότι θεσπίστηκαν διατάξεις που διευκολύνουν την πρόοδο της  και την παραπομπή σε δίκη των τυχόν υπεύθυνων. 

Δεν γνωρίζω επακριβώς την παραγγελία του κ. Εισαγγελέα προς τον κ. Ανακριτή για άσκηση ποινικής δίωξης και για ποια αδικήματα, αλλά ασφαλώς η παραγγελία θα είναι  in rem, ώστε να μπορέσει ο ανακριτής να εξετάσει το σύνολο της υπόθεσης  χωρίς να δεσμεύεται από την παραγγελία του Εισαγγελέα και για ποια αδικήματα  και για ποιες πράξεις, κάποιες σε βαθμό κακουργήματος με ενδεχόμενο δόλο, αλλά η τελική κατηγορία κατά ποιων και για ποια αδικήματα για την παραπομπή σε δίκη στο αρμόδιο δικαστήριο εξαρτάται  από το αποδεικτικό υλικό, το οποίο στο στάδιο της ανάκρισης είναι απόρρητο.

Στο ημεδαπό ποινικό σύστημα έχει επικρατήσει για την ανεύρεση της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ πράξης και αποτελέσματος η θεωρία της πρόσφορης αιτίας (causa adeaquata) και όχι του ισοδυνάμου των όρων (conditio sine qua non), δηλαδή  επιλέγεται η πλέον πρόσφορη αιτία, που προκάλεσε  την επέλευση του αποτελέσματος, που σημαίνει ότι μόνη για αυτή θεωρείται ότι υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ πράξης και αποτελέσματος, ενώ για τις άλλες πράξεις θεωρείται ότι έχει διακοπεί από την πρόσφορο αιτία.

Έτσι όμως εισάγεται ένας περιορισμός στον Εισαγγελέα για να απαγγέλλει κατηγορία κατά ορισμένων προσώπων και για ορισμένες πράξεις, που η κοινή  γνώμη τους θεωρεί ενόχους και πιέζει με συλλαλητήρια και διαδηλώσεις την Πολιτεία για την τιμωρία τους.  Ανεξάρτητα λοιπόν του τελικού αποτελέσματος της δίκης σε υποθέσεις που απασχολούν την κοινή γνώμη, ιδίως με πολιτικό ενδιαφέρον, παραμένει  σε μερίδα της κοινής γνώμης η εντύπωση, ότι η Δικαιοσύνη μερολήπτησε, γι’ αυτό ο λαός σοφά λέει, ότι οσάκις η Δικαιοσύνη εμπλέκεται με την πολιτική υποφέρει η Δικαιοσύνη.

Υπό  κανονικές συνθήκες η ανακριτική διαδικασία για την παραπάνω υπόθεση θα ‘πρεπε να έχει τελειώσει, ενώ παρουσιάζει καθυστέρηση. Με βάση όμως τα παραπάνω δεδομένα, τα τεχνικά ζητήματα και κυρίως συνεργασίας με άλλες αρχές, νομίζω ότι η  καθυστέρηση αυτή μπορεί να είναι δικαιολογημένη. Όμως ο εφέτης –ανακριτής για την επίσπευση της θα πρέπει να εισηγηθεί για τη λήψη κάποιων προσθέτων νομίμων ενεργειών. Συγκεκριμένα θα πρέπει να διευκρινίσει ποιες πράξεις με απόδοση σε κάποια πρόσωπα αποτελούν το καίριο σημείο (point chaud) της υπόθεσης και την ανάκριση για το τμήμα αυτό να την διεξάγει  ο ίδιος, ενώ για τα διάφορα παρακλάδια της ίδιας υπόθεσης να ζητήσει από την Ολομέλεια του Εφετείου Λάρισας να διορίσει βοηθό εφέτη-ανακριτή. Έτσι μπορεί η ανάκριση για διάφορα αδικήματα να τρέχει παράλληλα και η όλη υπόθεση να συνενωθεί κατά την παραπομπή της στο ακροατήριο ή να διεξαχθούν χωριστές δίκες για τα μη συνδεόμενα με την κυρία δίκη αδικήματα.

Φοβάμαι, ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα θα ανακύψει κατά τη διεξαγωγή της δίκης, γιατί αρχικά πρέπει να εξευρεθεί στη Περιφέρεια του Εφετείου της Λάρισας δικαστική αίθουσα για να χωρέσει 43 κατηγορουμένους και 252 δικηγόρους ή με απόφαση του ΑΠ να παραπέμψει την εκδίκαση της υπόθεσης σε δικαστήριο άλλης περιφέρειας.

Στη  συνέχεια, η πρωτόδικη δίκη θα διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω καταθέσεως του πλήθους των μαρτύρων, ανάγνωση και σχολιασμός των χιλιάδων εγγράφων και πορισμάτων, απολογιών των κατηγορούμενων και αγορεύσεων των δικηγόρων. Απλά προς σύγκριση για τη μικρότερη κατά όγκο δίκη της Χρυσής Αυγής απαιτηθήκαν 464 συνεδριάσεις του Δικαστηρίου με κίνδυνο παραγραφής εν επιδικία των πλημμελημάτων. Εξάλλου η δίκη  θα μεταδίδεται από τα ΜΜΕ και έτσι θα συντηρείται η λαϊκή οργή και αγανάκτηση της κοινής γνώμης, που ασφαλώς θα επηρεάσει τη διεξαγωγή της. Ίσως η  διάσπαση της υπόθεσης σε περισσότερες υποθέσεις και η διεξαγωγή  παραλλήλων δικών  είναι μια κάποια λύση, αλλά έτσι διασπάται το ενιαίο της δικανικής κρίσης και μεταχείρισης. Σε κάθε περίπτωση όμως έχομε μπροστά μας ένα μακρύ και δύσβατο δρόμο και  ενδεχόμενα με πολιτικές επιπτώσεις.

Φυσικά κανείς δεν γνωρίζει τι έγινε με το γιό της εξαιρετικής Εισαγγελέως Εφετών Λάρισας  κ. Αποστολάκη, που εξαφανίστηκε και ελπίζω  η εξαφάνιση  του να μην οφείλεται στην εμπλοκή της με την παρούσα δίκη, γιατί τότε σημαίνει ότι περνάμε σε άλλες παραμέτρους, Σε κάθε όμως περίπτωση έχει όλη τη συμπάθεια μας.

* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.